στο Ελατοχώρι Πιερίας στις 7 & 8 Φεβρουαρίου 2015
Δηλώσεις συμμετοχής μέχρι 25 Ιανουαρίου
Κόστος Εκδρομής 55 ευρώ.
Η τιμή περιλαμβάνει
- 1 διανυκτέρευση σε 4* Ξενοδοχείο στο Ελατοχώρι
- Μετακίνηση με λεωφορείο
Πληροφορίες - Δηλώσεις Συμμετοχής:
Γιώργος Κομζιάς τηλ: 6977356511
Περγαντή Αστέρω: Περίπτερο ΚΤΕΛ Αιτωλικού τηλ: 6976360004
Κότσαρης Μιχάλης: Ergogallery Αιτωλικό τηλ: 6972812941
Στο πρόγραμμα της εκδρομής προβλέπεται προεραιτική επίσκεψη στη Βεργίνα και στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας στην Κοζάνη.
Ελατοχώρι
Ενδιαφέρον παρουσιάζει η Λαογραφική Συλλογή με αντικείμενα από την καθημερινή ζωή, τις δραστηριότητες και τις συνήθειες των κατοίκων του χωριού. Η συλλογή ανήκε στον Λαογραφικό Όμιλο Ελατοχωρίου και βρίσκεται σε αίθουσα του Δημοτικού καταστήματος (πρώην κοινοτικό κατάστημα) Ελατοχωρίου.
Τα Πιέρια έχουν τη δική τους κορυφογραμμή που εκτείνεται από τα νοτιοδυτικά προς τα βορειοανατολικά με ψηλότερη κορυφή το Φλάμπουρο (2194 μ.). Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των Πιερίων, αν και είναι για τα ελληνικά δεδομένα από τα ψηλά βουνά, είναι η ηπιότητα και η ήμερη όψη τους που ηρεμεί το βλέμμα. Η ποικιλία των κοιλάδων και των οροπεδίων με χαράδρες και διάσελα διαφοροποιούν το βουνό και η ποικιλομορφία της βλάστησης το κάνει να ξεχωρίζει σε ομορφιά. Προσφέρει στον επισκέπτη χιονοδρομία, δυνατότητες ορεινής αναψυχής και γνωριμία με σπάνια χλωρίδα σε διαδρομές μοναδικής ομορφιάς και θέας.
Χιονοδρομικό Κέντρο Ελατοχωρίου
Βρίσκεται σε υψόμετρο 1.400 με 1.800 μέτρων στις νοτιοανατολικές κατωφέρεις των Πιέριων Ορέων. Στην βάση του χιονοδρομικού και στη θέση "Παπά Χωράφι", λειτουργεί αναψυκτήριο και καταφύγιο (σαλέ) με συνολική επιφάνεια 450 τ.μ. που αναπτύσσεται τρία επίπεδα, με δυναμικότητα 400 και πλέον ατόμων. Λειτούργησε για πρώτη φορά δοκιμαστικά, το 2000, και επίσημα το 2001. Απέχει 8 χλμ. από το χωριό και 36 χλμ. από την πόλη της Κατερίνης.
Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Κοζάνης
Το Ιστορικό-Λαογραφικό και Φυσικής Ιστορίας Μουσείο ανήκει στην κατηγορία των Ιστορικών-Λαογραφικών Μουσείων. Βρίσκεται στο κέντρο της πόλης. Περιλαμβάνει τις εξής θεματικές κατηγορίες: Έκθεση Φυσικής Ιστορίας (από την Παλαιολιθική εποχή μέχρι και τους νεότερους χρόνους), Αρχαιολογική- Βυζαντινή έκθεση (από το 7000 π.Χ. έως 1453 μ.Χ.), Ιστορική έκθεση (από το 1453 έως 1944), Λαογραφική έκθεση (από το 1640 έως 1960), που θεωρείται και η σημαντικότερη, Πινακοθήκη νεότερων χρόνων, Συλλογή γραμματοσήμων (1861-2003) και Συλλογή ραδιοφώνων (1930-1960). Στόχος της ίδρυσης του Μουσείου ήταν η διάσωση της πολιτιστικής κληρονομιάς του τόπου μέσω της καταγραφής και περισυλλογής των αντικειμένων, με απώτερο σκοπό την εκπαίδευση και την επιμόρφωση των επισκεπτών.
Η ανέγερση του κτιρίου στο οποί στεγάζεται το Μουσείο έγινε κατά τα έτη 1980-1983. Η μορφή του εξωτερικά εκφράζει την παραδοσιακή αρχιτεκτονική της Δυτικής Μακεδονίας και θυμίζει τα αρχοντικά των χρόνων της Τουρκοκρατίας. Τ
Το Λαογραφικό τμήμα θεωρείται από τις πιο σημαντικές εκθέσεις του Μουσείου. Περιλαμβάνει πάνω από εξήντα παραδοσιακές ενδυμασίες που χαρακτηρίζουν τις διαφορετικές στιγμές του καθημερινού βίου. Παράλληλα πολλές από αυτές θεωρούνται μοναδικές και σπάνιες. Ακόμη περιλαμβάνει τα παραδοσιακά επαγγέλματα και δωμάτια αρχοντικών της Κοζάνης (1650-1850), τους γνωστούς «καλούς οντάδες», που φανερώνουν την καλλιτεχνική πνοή των λαϊκών τεχνιτών της εποχής. Στον εκθεσιακό χώρου του Λαογραφικού Μουσείου πραγματοποιούνται εκθέσεις ζωγραφικής, φωτογραφίας, γλυπτικής, κοσμημάτων, συναυλίες, ομιλίες και χορευτικές εκδηλώσεις.
Το Ιστορικό-Λαογραφικό και Φυσικής Ιστορίας Μουσείο Κοζάνης ανήκει στο Σύνδεσμο Γραμμάτων και Τεχνών Ν. Κοζάνης. Ο Σύνδεσμος είναι Πολιτιστικό Σωματείο και λειτουργεί ως Ν.Π.Ι.Δ. από τις αρχές του 1968.
πηγή: http://www.mouseio-kozanis.gr/
Βεργίνα
Η κωμόπολη βρίσκεται στη θέση των αρχαίων Αιγών, πρωτεύουσας της αρχαίας Μακεδονίας, και έγινε παγκοσμίως γνωστή το 1977, όταν η Πανεπιστημιακή Ανασκαφή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου, υπό τον καθηγητή αρχαιολογίας Μανόλη Ανδρόνικο και τους συνεργάτες του, ανακάλυψε τους τόπους ταφής των Μακεδόνων βασιλέων και ανάμεσα στους άλλους τάφους και ένα ταφικό μνημείο που, σύμφωνα με την επιχειρηματολογία του Ανδρόνικου, ήταν του βασιλιά Φιλίππου Β΄, πατέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Η ανακάλυψη αυτών των ευρημάτων πιστοποίησε και τη θέση της αρχαίας πόλης των Αιγών, της πρώτης πρωτεύουσας του μακεδονικού βασιλείου.
Αρχαιολογικές έρευνες και ευρήματα
Οι αρχαιολόγοι είχαν δείξει ενδιαφέρον για τους λόφους γύρω από τη Βεργίνα ήδη από το 1850, υποψιαζόμενοι ότι μπορεί να βρίσκονταν ταφικά μνημεία. Ανασκαφές άρχισαν το 1861 υπό την επίβλεψη του Γάλλου αρχαιολόγου Leon Heuzey, ο οποίος υποστηριζόταν από τον αυτοκράτορα Ναπολέοντα Γ΄. Βρέθηκαν στη θέση Αγία Τριάδα τμήματα ενός μεγάλου κτηρίου που θεωρείται από πολλούς ότι χρησίμευε ως θερινό βασιλικό ανάκτορο, στην εποχή του βασιλιά Αντίγονου του Δώσωνος. Παρόλ’ αυτά, οι ανασκαφές του Heuzey σταμάτησαν λόγω κινδύνου προσβολής της ανασκαφικής αποστολής από ελονοσία. Ο ανασκαφέας υποστήριξε ότι αυτή ήταν η θέση της αρχαίας πόλης Βάλλας, μια άποψη που επικράτησε μέχρι το 1976. Νεότερες ανασκαφές χρονολόγησαν το ανάκτορο στην εποχή του Φιλίππου Β΄.
Το 1937 το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης με πρωτοβουλία του καθηγητή αρχαιολογίας Κωνσταντίνου Ρωμαίου, αποφάσισε να ιδρύσει στη Βεργίνα πανεπιστημιακή ανασκαφή για την εκπαίδευση των φοιτητών του. Ο Κ. Ρωμαίος ανέσκαψε περισσότερα τμήματα του θεωρούμενου ανακτόρου και έναν μακεδονικό τάφο, ο οποίος προς τιμήν τού ανασκαφέα του ονομάζεται "τάφος του Ρωμαίου", αλλά και πάλι οι ανασκαφές διακόπηκαν λόγω του ελληνοϊταλικού πολέμου το 1940. Μετά τον πόλεμο οι ανασκαφές επαναλήφθηκαν κατά την περίοδο 1950 με 1960 και το υπόλοιπο του "ανακτόρου" ήρθε στην επιφάνεια.
Ο αρχαιολόγος Μανόλης Ανδρόνικος πείστηκε από τον καθηγητή του Κ. Ρωμαίο ότι ένας λοφίσκος, που ανήκε στους τύμβους του νεκροταφείου της αρχαίας πόλης και λεγόταν "η Μεγάλη Τούμπα", έκρυβε σημαντικούς τάφους. Το 1977 ο Ανδρόνικος ξεκίνησε μια ανασκαφή έξι εβδομάδων στην Τούμπα αυτή και ανακάλυψε τέσσερα θαμμένα ταφικά κτίσματα, τα δύο από τα οποία ήταν ασύλητα από τυμβωρύχους. Ο Ανδρόνικος, ενθαρρυμένος και από τη θεωρία του N. Hammond, υποστήριξε ότι αυτοί οι ταφικοί θάλαμοι ήταν τόποι ταφής Μακεδόνων Βασιλέων, συμπεριλαμβανομένου του τάφου του Φιλίππου Β΄ -πατέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου- και μίας από τις γυναίκες του, πιθανώς της Μήδας, πριγκίπισσας από τη Θράκη, καθώς και του τάφου του έφηβου γιου τού Μεγάλου Αλεξάνδρου και της Ρωξάνης, Αλεξάνδρου Δ΄ της Μακεδονίας. Η άποψη αυτή προκάλεσε παγκόσμιο ενθουσιασμό.
Ο ισχυρισμός αυτός αμφισβητήθηκε από ορισμένους επιστήμονες, οι οποίοι, βασιζόμενοι σε μελέτες που έκαναν χρήση της άποψης ότι κάποια κατασκευαστικά στοιχεία των τάφων, οι ζωγραφικές παραστάσεις και ορισμένα κτερίσματα των τάφων αυτών χρονολογούνται δύο δεκαετίες μετά τη δολοφονία και την ταφή του Φιλίππου Β΄ το 336 π.Χ., καθώς και σε μελέτες που χρησιμοποίησαν ανθρωπολογικά στοιχεία, υποστήριξαν ότι ο τάφος ανήκει στον Φίλιππο Γ΄, γιο του Φιλίππου Β΄ και ετεροθαλή αδελφό του Μεγάλου Αλεξάνδρου, και στην περίπτωση αυτή, είναι πιθανόν η πλούσια (χρυσελεφάντινη) πανοπλία που βρέθηκε στον τάφο να ανήκει στον Μέγα Αλέξανδρο, καθώς πιστεύεται ότι ο Φίλιππος Γ΄ έφερε τα όπλα πίσω στην Μακεδονία μετά τον θάνατο τού Αλέξανδρου στη Βαβυλώνα.
Μια άλλη μερίδα επιστημόνων αμφισβητεί ότι οι τάφοι είναι βασιλικοί και θεωρεί πιθανότερο να ανήκουν σε σημαντικούς Μακεδόνες αξιωματούχους, που απέκτησαν μεγάλο πλούτο από την εκστρατεία του Μ. Αλεξάνδρου στην Ασία, με βάση την άποψη ότι, την εποχή της επιστροφής των Μακεδόνων από την εκστρατεία αυτή, στη Μακεδονία εισρέει τόσο μεγάλος πλούτος από τα κέρδη της εκστρατείας, που όχι μόνο κοινοί θνητοί διαθέτουν αμύθητους θησαυρούς, αλλά και η αξία του χρυσού, λόγω των μεγάλων ποσοτήτων του, μειώθηκε.
Ο ιστορικός Μιλτ. Χατζόπουλος το 2008 συνοψίζει την αντιπαράθεση που υπήρξε γύρω από την ταυτοποίηση του τάφου και τονίζει τα σφάλματα ή και την προσπάθεια ορισμένων επιστημόνων να μεταχρονολογήσουν τα ευρήματα, ώστε να τα προσαρμόσουν στον Φίλιππο Γ΄ τον Αρριδαίο, ενώ ο ίδιος τεκμηριώνει ότι πρόκειται για τον τάφο του Φιλίππου Β΄. Το 2010, επιστημονική μελέτη των οστών που βρέθηκαν στον τάφο απορρίπτει την περίπτωση να πρόκειται για τον Φίλιππο Γ΄ τον Αρριδαίο και υποστηρίζει βάσιμα ότι τα ευρήματα είναι συμβατά μόνο με τον Φίλιππο τον Β΄. Επιπλέον, πρόσφατες ανακαλύψεις στη νεκρόπολη υποδεικνύουν άλλη τοποθεσία για τον τάφο του Αρριδαίου και της συζύγου του Ανταίας Ευρυδίκης, αν και εκκρεμεί η παρουσίαση λεπτομερειών σχετικά μ’ αυτόν τον ισχυρισμό.
Σε επίρρωση των παραπάνω έρχεται η επιστημονική ανακοίνωση της διευθύντριας της πανεπιστημιακής ανασκαφής στη Βεργίνα, καθηγήτριας αρχαιολογίας του ΑΠΘ, Χρυσούλας Παλιαδέλη με θέμα “Σκελετικό υλικό από τους βασιλικούς τάφους της Βεργίνας - Ερμηνευτικές προσεγγίσεις στα ανθρωπολογικά δεδομένα”, στην οποία αναφέρεται ότι μετά από επανεξέταση του σκελετικού υλικού από τον τάφο ΙΙ της Μεγάλης Τούμπας στη Βεργίνα με τη συνδρομή ιατρικών και φυσικοχημικών εξετάσεων και με βάση σειρά επιστημονικών και ιστορικών δεδομένων αποδυναμώνεται η θεωρία της ταύτισής του με τον Φίλιππο τον Αρριδαίο και τεκμαίρεται ότι "Ο βασιλικός τάφος της Βεργίνας ανήκει στον βασιλιά Φίλιππο τον Β΄".
Τρεις ακόμα τάφοι βρέθηκαν το 1980. Οι ανασκαφές στη Μεγάλη Τούμπα συνεχίστηκαν και κατά τις δεκαετίες του 1980 και του 1990. Τον Μάρτιο του 2014 ανακαλύφθηκαν στη Βεργίνα πέντε ακόμη βασιλικοί τάφοι, οι οποίοι, στη φάση της έρευνας, πιθανολογείται ότι ανήκουν στον Αλέξανδρο τον Α΄ και την οικογένειά του ή στην οικογένεια του Κάσσανδρου της Μακεδονίας.
πηγή: Βικιπαίδεια